Όχι έτσι, όχι κι αυτή τη φορά
Μια πορεία γεμάτη κόπους, μια συγκυρία που απειλεί να «διαγράψει την ιστορία» και ένα «πρέπει» που αναδύεται.
Αφήνοντας εκτός σκέψης κάθε μη ποδοσφαιρική (και σημαντική) σκέψη, επιλέγουμε να κατανοήσουμε λίγο καλύτερα την πορεία της Λίβερπουλ μέχρι και σήμερα, τη σύγκριση που προκύπτει αβίαστα και το «πρέπει» που υπάρχει στο τέλος και πίσω απ’όλα αυτά αυτά.
Μια πορεία γεμάτη κόπους και προσπάθεια, μια συγκυρία που απειλεί να «διαγράψει την ιστορία» και ένα «πρέπει» που αναδύεται, αλλά μόνο γι’αυτή την ομάδα.
Τα 25 χρόνια πριν τον Κλοπ
Πριν πάμε στο σήμερα, καλό είναι να θυμηθούμε λίγο το παρελθόν, την περίοδο, δηλαδή, πριν την εποχή Κλοπ. Όχι όμως την ένδοξη Λίβερπουλ που έπαιξε μέχρι το 1990, αλλά αυτή που συνέχισε από εκεί κι έπειτα. Από το 91΄ έως και σήμερα για τη Λίβερπουλ πέρασαν 30 χρόνια χωρίς πρωτάθλημα. Αυτό που μέχρι τότε είχε κατακτήσει 18 φορές στην ιστορία της.
Απ’το 1993 (όπου ξεκινούν τα στοιχεία) έως το 2000, καμία χρονιά δεν πέρασε την 3η θεση, ενώ μάλιστα τερμάτισε και τρεις φορές κάτω απ’την 5η θεση. Τη δεκαετία 2001-2010 κατάφερε να τα πάει λίγο καλύτερα, όμως οι ομάδες των Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ, Γιουνάιτεντ του Φεργκιουσον και Τσέλσι των Μουρίνιο, Αντσελότι (ή καλύτερα του Αμπράμοβιτς) δεν της επέτρεψαν να κοιτάξει ψηλότερα απ’τη 2η θέση. Χαρακτηριστικά τις χρονιές 2001-02 και 2008-09 οι «Reds» τερμάτισαν δεύτεροι με 80 και 86 βαθμούς αντίστοιχα στο πρωτάθλημα, όμως είτε η Άρσεναλ που αργότερα το ξαναπήρε αήττητη, είτε η «μισητή» Γιουνάιτεντ κατάφεραν το κάτι παραπάνω και πήραν τον τίτλο.
Την επόμενη περίοδο και μέχρι την έλευση του Κλοπ (2011-2015) τα πράγματα πήγαν χειρότερα για την ομάδα του Λίβερπουλ, που τερμάτισε από την 6η θέση και κάτω σε όλες τις χρονιές, πλην της υπερπροσπάθειας του 2013-14. Τότε που με τον Brendan Rodgers στον πάγκο τερμάτισε στη 2η θέση με 84 βαθμούς. Και είναι αυτή η χρονιά που πόνεσε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη την ομάδα του Λίβερπουλ, καθώς τρεις αγωνιστικές πριν το τέλος βρισκόταν στην 1η θέση και με το μέλλον «στα δικά της χέρια». Ματς απέναντι στην επίσης διεκδικήτρια Τσέλσι λοιπόν και το γλίστρημα του μεγάλου αρχηγού Τζέραρντ σε μια ανύποπτη φάση στο κέντρο, σήμανε την ήττα (2-0) και εν τέλει την απώλεια του πρωταθλήματος από τη Μάντσεστερ Σίτι με 2 βαθμούς διαφορά. Σαφώς και δεν έφταιξε μόνο ο αρχηγός για την απώλεια του τίτλου. Όμως η Λίβερπουλ ήταν τόσο κοντά τότε στην κατάκτησή του (έπειτα από 24 χρόνια) και ήταν τέτοια η στιγμή αυτή που έμεινε σαν μαύρη κηλίδα στην καριέρα ενός απ’τους πιο εμβληματικούς παίκτες της ιστορίας της ομάδας. Και ουσιαστικά ενώ το 2013 η απόσυρση του μεγάλου Σερ Άλεξ Φέργκιουσον σημαίνει το τέλος της «κραταιάς» Γιουνάιτεντ, η Μάντσεστερ Σίτι έρχεται να πάρει τα ηνία και να οδηγήσει την κούρσα. Μια Σίτι στην οποία από το 2008 είχαν μπει ήδη οι νέοι ιδιοκτήτες από το Κατάρ και το χρήμα έρρεε με αποτέλεσμα να φτάσει στο δεύτερο πρωτάθλημα μέσα σε τρια χρόνια. Μια Σίτι που είχε προστεθεί στα εμπόδια της Λίβερπουλ πια, που είχε να πάρει πρωτάθλημα από το 1968, και η οποία έμελλε να μας απασχολήσει και για τα επόμενα χρόνια.
Στα εκτός πρωταθλήματος, στην Ευρώπη η Λίβερπουλ τα πήγε καλύτερα όλα αυτά τα χρόνια. Πήρε το UEFA Cup το 2000-01, το Champions League το 2004-05, όπως επίσης και τα UEFA Super Cups εκείνων των περιόδων. Στα υπόλοιπα τρόπαια, κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας τρεις φορές (1991-92, 2000-01 και 2005-06) και το League Cup άλλες τέσσερις (1994-95, 2000-01, 2002-03 και 2011-12). Αξίζει πραγματικά να σημειωθεί πως η εν λόγω ομάδα δεν ακολούθησε ποτέ πολιτικές όπως αυτές των οικονομικά ισχυρών αντιπάλων της, διότι δεν διέθετε τα χρήματα για να το πράξει. Επομένως μπορεί η σύγκριση για 25 χρόνια να δείχνει πως στη Λίβερπουλ κάτι δεν γινόταν σωστά, εν τούτοις όμως όλοι οι αντίπαλοι που προαναφέραμε είχαν τη δυνατότητα να φέρνουν ή και να κρατούν ποδοσφαιριστές εγνωσμένης αξίας, χωρίς να λογαριάζουν το κόστος, σε αντίθεση με τους «Reds», στους οποίους μόνο ο Τζέραρντ παρέμεινε για χρόνια. Και όχι με οικονομικά κριτήρια.
Κλοπ και Λίβερπουλ = διαρκής εξέλιξη
Οκτώβριος του 2015 λοιπόν και ο Γερμανός Γιούργκεν Κλοπ υπογράφει στη Λίβερπουλ. Μια ομάδα που στα προηγούμενα 25 χρόνια είχε αλλάξει συνολικά 8 προπονητές, επομένως η επιλογή σήμαινε αυτομάτως και πολυετή επένδυση. Η ομάδα δεν αλλάζει οικονομική πολιτική, έχει όμως έναν άνθρωπο που στην προηγούμενη θητεία του στη Γερμανία ήταν πετυχημένος. Η πρώτη χρονιά βρίσκει τη Λίβερπουλ να τερματίζει στην 8η θέση (60 βαθμοί), βλέποντας τη Λέστερ του Ρανιέρι να πραγματοποιεί ένα θαύμα κερδίζοντας τον τίτλο. Στη δεύτερη χρονιά όμως ηδη υπάρχει εξέλιξη τόσο στις επιλογές ποδοσφαιριστών και στο χορτάρι, όσο και στα αποτελέσματα, καθώς η τελική συγκομιδή γράφει 4η θέση και 71 βαθμούς, στο τελευταίο πρωτάθλημα που κατέκτησε η Τσέλσι με τον Κόντε στον πάγκο.
Το καλοκαίρι του 2017 έρχεται ένας Αιγύπτιος από τη Ρόμα και έτσι συγκροτείται η τριάδα Φιρμίνο-Μανέ-Σαλάχ, μια επιθετική μηχανή που μέχρι και σήμερα μεγαλουργεί στα χέρια του Κλοπ. Είναι χαρακτηριστικό, σε λιγότερο από τρεις χρονιές συνύπαρξης, η τριάδα αυτή έχει συνολικά 193 γκολ και 95 τελικές πάσες σε όλες τις διοργανώσεις. Συνεχίζοντας λοιπόν, το 2017-18 ήταν μια αρκετά καλή χρονιά για τη Λίβερπουλ που έδειξε σε όλους πως είναι πια παρούσα και υπολογίσιμή δύναμη στο ποδόσφαιρο. Στα μέσα της σεζόν αποκτά με μεταγραφή από τη Σαουθάμπτον ένα πρόσωπο που έμελλε να γίνει ένας απ’τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές των τελευταίων ετών, ένα βαρόμετρο για την άμυνα που ακούει στο όνομα Βαν Ντάικ. Στο πρωτάθλημα τερμάτισε 2η βελτιώνοντας και πάλι τη συγκομιδή της, αφού κατέκτησε 81 βαθμούς, περνώντας και πάλι το όριο των 80, τέσσερα χρόνια μετά τη χρονιά του «γλιστρήματος», όπου κατέκτησε 84. Αντίπαλός της μια ασταμάτητη «πολεμική μηχανή» ονόματι Σίτι, που στη δεύτερη χρονιά του Γκουαρδιόλα καταρρίπτει κάθε ρεκόρ, «ρίχνει κάτω» όποιον βρει μπροστά της και τερματίζει με 100 βαθμούς το πρωτάθλημα. Η πορεία της Λίβερπουλ όμως δε σταμάτησε εκεί καθώς κατάφερε να προχωρήσει και στο Champions League. Κέρδισε την 1η θέση στα γκρουπ, και στη συνέχεια πέρασε τα εμπόδια των Πόρτο, Σίτι και Ρόμα φτάνοντας μέχρι και τον τελικό, εκεί όπου έχασε το τρόπαιο απ’τη Ρεάλ με 3-1, έχοντας όμως αρνητικό πρωταγωνιστή τον τερματοφύλακά της. Και μπορεί τη χρονιά αυτή να μην κατακτήθηκε κάποιο τρόπαιο, τα βήματα όμως που είχαν γίνει, ήταν πια παραπάνω από αισθητά, όπως και τα (λίγα) κομμάτια που χρειάζονταν να προστεθούν.
Το καλοκαίρι του '18 λοιπόν γίνεται η τελευταία μεγάλη προσθήκη. Είναι φυσικά στη θέση του τερματοφύλακα και ο παίκτης ακούει στο όνομα Άλισον Μπέκερ. Η χρονιά 2018-19 είναι μια απ’τις καλύτερες χρονιές στην Premier League, καθώς η μάχη Λίβερπουλ-Σίτι κράτησε μέχρι τον τελευταίο αγώνα και κρίθηκε κυριολεκτικά στον ένα βαθμό. Η Σίτι συνέχισε να είναι η γνωστή «μηχανή», την ίδια ώρα που η ομάδα του Κλοπ συνέχισε να βελτιώνεται και να καταθέτει στο χορτάρι όλα τα διαπιστευτήρια μιας μεγάλης ομάδας. Στο πρωτάθλημα έφτασε τους 97 βαθμούς (συγκομιδή ρεκόρ για τα δεδομένα του συλλόγου), εξωθώντας μάλιστα την ομάδα του Γκουαρδιόλα σε ένα ανελέητο κυνήγι του αποτελέσματος πια (και όχι της απόδοσης στο χορτάρι) και στους 98 βαθμούς. Ήταν μια δεύτερη συνεχόμενη χρονιά υπέρβασης και θα ήταν άδικο να μη στεφθεί με επιτυχία μέσω της κατάκτησης ενός τροπαίου. Κι αυτό ήρθε με τον πιο όμορφο τρόπο στο Champions League. Εκεί που η Λίβερπουλ ξέφυγε στο νήμα απ’τους ομίλους μαζί με την Παρί, αφήνοντας εκτός της Νάπολι, εκεί που συνέχισε ρίχνοντας κάτω αντιπάλους όπως η Μπάγερν και η Πόρτο για να φτάσει να παίρνει μια υπερβατική και ιστορική πρόκριση στον τελικό απέναντι στη Μπαρτσελόνα του Μέσσι. Και στον τελικό απέναντι στην Τότεναμ του Ποκετίνο, με δύο γκολ στην αρχή και στο τέλος του αγώνα, γράπωσε αυτό που έψαχνε όλο αυτό το διάστημα. Μια ιστορική δικαίωση για όλη τη δουλειά που είχε γίνει μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Η σύγκριση με την «ιστορία»
Και φτάνουμε στη φετινή σεζόν. Η Λίβερπουλ δεν κάνει σοβαρές μεταγραφές, όμως ο κορμός παραμένει σταθερός. Στο πρωτάθλημα η Σίτι, για αρκετούς λόγους (μη αντικατάσταση Κομπανί, τραυματισμοί κλπ), δεν καταφέρνει να συνεχίσει στον ίδιο ρυθμό όπως τις δύο προηγούμενες χρονιές. Οι «Reds» από την άλλη φροντίζουν από νωρίς να δείξουν τις προθέσεις τους κάνοντας μέχρι σήμερα ένα ρεκόρ 27 νικών σε 29 αγώνες με μοναδικές απώλειες μια ισοπαλία με τη Γιουνάιτεντ και μια ήττα απ’τη Γουότφορντ αργά μέσα στη σεζόν. Σήμερα ο βαθμολογικός πίνακας δείχνει τη Λίβερπουλ 1η με 82 (!) βαθμούς σε 29 αγωνιστικές και τη Σίτι 2η με 57 κι ένα ματς λιγότερο. Θα αφήσουμε όμως για λίγο εκτός της φετινή Σίτι, για να κατανοήσουμε καλύτερα τα φετινά πεπραγμένα των «Reds».
Η σεζόν που κάνει η ομάδα του Κλοπ στο πρωτάθλημα, όσο περίεργο κι αν ακούγεται αυτό, είναι ακόμη καλύτερη της περσινής και όχι μόνο. Με 9 αγώνες να απομένουν, η Λίβερπουλ έχει ήδη ξεπεράσει κατά πολύ άλλες ιστορικές ομάδες της Premier League, στο αντίστοιχο κομμάτι της σεζόν. Προφανώς και το πρωτάθλημα πρέπει να ολοκληρωθεί για να έχουμε ασφαλή συμπεράσματα για την πορεία μιας ομάδας, όμως έχοντας ήδη διανύσει ακριβώς τα 3/4 του πρωταθλήματος, είναι αρκετά ασφαλές να κάνουμε συγκρίσεις με τις αντίστοιχες περιόδους άλλων μεγάλων ομάδων του παρελθόντος. Η Άρσεναλ του Βενγκέρ που κατέκτησε αήττητο το πρωτάθλημα του 2003-04 την ίδια περίοδο είχε 73 βαθμούς, ενώ συνολικά συγκέντρωσε 90. Η Τσέλσι του Μουρίνιο που πήρε δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα κι έφτασε τους 91 και 95 βαθμούς στο τέλος, την ίδια περίοδο είχε 75 και 74 αντίστοιχα (διετία 2004-06). Και φτάνουμε και στις νεότερες επιδόσεις. Η Τσέλσι του 2016-17 επί Κόντε έφτασε τους 93 βαθμούς στην τελική κατάταξη, ωστόσο 9 αγώνες πριν τη λήξη είχε συγκεντρώσει 69 βαθμούς. Η μεγάλη Σίτι του Γκουαρδιόλα που επί μία διετία (2017-19) έσπασε όλα τα ρεκόρ, όπως αναφέραμε και παραπάνω, την αντίστοιχη περίοδο είχε 78 την πρώτη και 71 τη δεύτερη χρονιά.
Όλοι πρωτοπόροι εκείνη την περίοδο, όλοι κατέκτησαν τον τίτλο στο τέλος κι όλοι έφτασαν πάνω τους 90 βαθμούς και πάνω. Και σήμερα η Λίβερπουλ έχει 82. Προφανώς και ο αθλητισμός δεν είναι απλά μαθηματικά για να θεωρήσουμε πως η ομάδα του Κλοπ θα πήγαινε «τραίνο» μέχρι το τέλος. Είναι όμως σχεδόν εμφανές πως ήταν καθ’οδόν για μια ακόμη υπερβατική σεζόν, τουλάχιστον αντίστοιχη με αυτές των ομάδων που έμειναν στην ιστορία της Premier League.
Το «αλλά» και το «πρέπει»
Ο αντίλογος εδώ θα αναφερθεί στο επίπεδο των ομάδων της φετινής Premier League. Και είναι αλήθεια πως εκτός απ’τη Σίτι που έπεσε απότομα, παραδοσιακές ομάδες όπως η Έβερτον (12η), η Άρσεναλ (9η με αγώνα λιγότερο), η Τότεναμ (8η) ή η Γιουνάιτεντ (5η) φέτος συνεχίζουν σε μία πτώση. Όμως υπάρχουν άλλες ομάδες που έχουν παίξει καλό ποδόσφαιρο φέτος όπως η Λέστερ (3η), αλλά και η σκληροτράχηλη Γουλβς (6η) που συνεχώς βελτιώνεται. Επιπλέον, καλώς ή κακώς, βρισκόμαστε σε μία πραγματικότητα όπου το επιθετικό ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί τόσο πολύ, σε βαθμό που η καλή επιθετική ομάδα συνήθως θα καταφέρει να πάρει αυτό που θέλει από μια ομάδα που κάθεται πίσω. Έτσι το δημιούργημα του Κλοπ έφτασε σήμερα να βρίσκεται ταυτόχρονα στην κορυφή Ευρώπης και Αγγλίας, έχοντας ένα ιδιαίτερα παραγωγικό, επιθετικό ποδόσφαιρο, στην περίοδο που αυτό κυριαρχεί.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Στην πραγματικότητα υπό κανονικές συνθήκες δε θα χρειαζόταν καν να γίνει αυτή η συζήτηση, όμως οι καιροί είναι τέτοιοι που το απαιτούν. Η ολοκλήρωση του πρωταθλήματος για πρώτη φορά τίθεται σε αμφιβολία με τις διοργανώτριες αρχές να τηρούν στάση αναμονής και παρατηρώντας την εξέλιξη ενός ιστορικού φαινομένου. Σίγουρα το πιο σημαντικό πράγμα σε αυτό τον κόσμο είναι η ζωή και μπορούμε να συμφωνήσουμε πως το ποδόσφαιρο (ή ο αθλητισμός γενικότερα) είναι το πιο όμορφο δευτερεύον πράγμα στην καθημερινότητά μας. Όμως για όλα όσα ανέφερα παραπάνω, θα συμφωνήσουμε νομίζω πως θα ήταν άδικο αυτό το πρωτάθλημα να μην ολοκληρωθεί και να διαγραφεί απ’την ιστορία. Όχι απαραίτητα γιατί πρέπει να έχουμε ντε και καλά πρωταθλητή, αλλά γιατί πρέπει αυτή η ομάδα να ανταμειφθεί κι αυτό να μείνει στην ιστορία. Για όλους τους κόπους, τις σωστές επιλογές και φυσικά την αναμονή που έφτασε πια τα 30 έτη. Γιατί οι συνθήκες αλλάζουν και καμιά χρονιά δεν είναι εύκολο να επαναληφθεί, όσο καλή ομάδα κι αν έχεις. Και γιατί η Λίβερπουλ των τελευταίων ετών είναι μια ομάδα που έκανε συνεχείς υπερβάσεις και πήρε μέχρι σήμερα λιγότερα απ’όσα αξίζει. Του Champions League συμπεριλαμβανομένου.